Public - significado y definición. Qué es Public
Diclib.com
Diccionario ChatGPT
Ingrese una palabra o frase en cualquier idioma 👆
Idioma:

Traducción y análisis de palabras por inteligencia artificial ChatGPT

En esta página puede obtener un análisis detallado de una palabra o frase, producido utilizando la mejor tecnología de inteligencia artificial hasta la fecha:

  • cómo se usa la palabra
  • frecuencia de uso
  • se utiliza con más frecuencia en el habla oral o escrita
  • opciones de traducción
  • ejemplos de uso (varias frases con traducción)
  • etimología

Qué (quién) es Public - definición


Public         
ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΑΛΥΣΊΔΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΆΤΩΝ ΛΙΑΝΙΚΉΣ ΠΏΛΗΣΗΣ
Public stores; Public Stores
Τα Public είναι ελληνική αλυσίδα καταστημάτων λιανικής πώλησης προϊόντων τεχνολογίας, πολιτισμού και επικοινωνίας, που ιδρύθηκε το 2005. Η αλυσίδα είναι θυγατρική εταιρεία του Ομίλου Εταιρειών Olympia συμφερόντων Πάνου Γερμανού.
Public Enemy         
thumb|right|Το λογότυπο των Public Enemy.Οι Public Enemy είναι ένα γνωστό αμερικάνικο hip-hop συγκρότημα γνωστό για την πολιτικού περιεχομένου στιχουργική του, την κριτική του κατά των Μ.
Δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής         
Το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής (αγγλ. public switched telephone network (PSTN)) είναι το παγκόσμιο τηλεφωνικό δίκτυο.
Ejemplos de uso de Public
1. Yet, public opinion polls –– the public confidence continues to erode in those public opinion polls.
2. Yet, public opinion polls -- the public confidence continues to erode in those public opinion polls.
3. "What astounded me is that a public institution used public money to prevent the public from seeing a public report," fumed Brown, her voice rising in frustration.
4. Public space and public life belong almost exclusively to men.
5. It‘s one public good against another public good," he said.